Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Ενημέρωση από την πανευρωπαϊκή ημέρα δράσης ενάντια στον καπιταλισμό [Μ31] (Ανανεώνεται)







ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

M31 / Αντικαπιταλιστική διαδήλωση στη Φρανκφούρτη (31 Μαρτίου 2012)

6.000 άτομα στην Ευρωπαϊκή Ημέρα δράσης ενάντια στον καπιταλισμό / Οι διοργανωτές καταγγέλλουν την αστυνομική βία και τις μαζικές συλλήψεις

Φρανκφούρτη. Σε μια διαδήλωση στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής αντικαπιταλιστικής ημέρας δράσης "Μ31", 6000 άνθρωποι διαδήλωσαν ενάντια στις νεοφιλελεύθερες και αυταρχικές πολιτικές της κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλες διαδηλώσεις και συλλαλητήρια πραγματοποιήθηκαν σε πάνω από τριάντα ευρωπαϊκές πόλεις, συμπεριλαμβανομένων των Μαδρίτη, Αθήνα, Μιλάνο, Ζάγκρεμπ, Βιέννη, Ουτρέχτη, Μόσχα και Κίεβο. Στις ομιλίες και χαιρετισμούς επισημάνθηκαν οι δραματικές επιπτώσεις των σημερινών πολιτικών της κρίσης σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Ομιλητές του δικτύου M31 σημείωσαν ότι οι σημερινές δράσεις είναι ένα πρώτο βήμα για τη σύνδεση των αντικαπιταλιστικών διαμαρτυριών σε διεθνές επίπεδο.

Κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, μπογιές και πέτρες πετάχθηκαν στην έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), στα κεντρικά γραφεία της αστυνομίας και σε γραφεία ευρέσεως εργασίας. Με το πρόσχημα του εντοπισμού «κάποιων υπόπτων», η αστυνομία απέκοψε και περικύκλωσε το ένα τρίτο της διαδήλωσης στο Allerheiligentor, χρησιμοποιώντας κλομπ και σπρέι πιπεριού. Αρκετοί άνθρωποι τραυματίστηκαν, μερικοί σοβαρά. Λόγω αυτής της δυσανάλογης επέμβασης, το σύνολο της διαδήλωσης μπλοκαρίστηκε για μιάμιση ώρα, και η συνέχιση της έγινε σχεδόν αδύνατη. Στη συνέχεια, η διαδήλωση -η οποία αρχικά στόχευε να φτάσει στην περιοχή της νέας έδρας της ΕΚΤ- διαλύθηκε στην Οστάνδη της Φρανκφούρτης. Περισσότεροι από 200 διαδηλωτές έμειναν υπό κράτηση στο δρόμο από την αστυνομία για περισσότερο από 6 ώρες. Εκπρόσωπος της συμμαχίας M31 κατήγγειλε αυτά τα αστυνομικά μέτρα ως «προδήλως παράνομα».

Μετά τη διάλυση της διαδήλωσης, εκατοντάδες διαδηλωτές πορεύτηκαν μέσα στο κέντρο της Φρανκφούρτης. Μερικές αγωνιστικές δράσεις εκδηλώθηκαν σε γραφεία και εμπορικά κτίρια, συμπεριλαμβανομένων του δημαρχείου της Φρανκφούρτης και γραφείων ευρέσεως εργασίας.

Ο Leo Schneider, εκπρόσωπος της Συμμαχίας M31, σχολίασε: «Στη Φρανκφούρτη, στείλαμε ένα σαφές μήνυμα κατά της κυρίαρχης γερμανικής και ευρωπαϊκής πολιτικής ρύθμισης της κρίσης. Αυτή η πολιτική έχει ως στόχο να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, στις πλάτες των εργαζομένων. Λόγω λίγων σπασμένων παράθυρων, η αστυνομία επιτέθηκε βίαια στη διαδήλωσή μας, τραυματίζοντας δεκάδες και συλλαμβάνοντας διακόσιους διαδηλωτές. Δεδομένου του βάναυσου αντίκτυπου των μέτρων λιτότητας για τους λαούς της Ευρώπης και του κόσμου, αυτό είναι παράλογο. Τέτοιες μαχητικές διαδηλώσεις στοχεύουν άμεσα σε θεσμούς που αντιπροσωπεύουν τη νεοφιλελεύθερη ρύθμιση της κρίσης και την εντεινόμενη εκμετάλλευση. Όπως έδειξε η αντίδραση των διαδηλωτών, οι επιθέσεις στις διαδηλώσεις μας δεν θα κάμψουν την αντίστασή μας».



ΑΘΗΝΑ









 

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

 

ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ
Συγκρούσεις και συλλήψεις






   





ΟΥΤΡΕΧΤΗ


Watch live streaming video from imagine2b at livestream.com


ΜΙΛΑΝΟ




Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Κούρδοι και Τούρκοι πολιτικοί πρόσφυγες και μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα: Κάτω τα χέρια από τα ταξικά αδέλφια μας και τους συναγωνιστές μας

 
Εδώ και μέρες ξαναήρθε στην επικαιρότητα το μεταναστευτικό ζήτημα με τον πιο εθνικιστικό, ρατσιστικό αλλά και εχθρικό τρόπο. Καθημερινά δηλητηριάζεται η κοινή γνώμη απ' τα ΜΜΕ και την προπαγάνδα ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και άλλων παραγόντων που εκπροσωπεύουν την πολιτική του κεφαλαίου.

Γίνεται καθημερινά λόγος για «ωρολογιακές βόμβες» που λέγονται μετανάστες, «δημόσια υγεία», «ασφάλεια και τάξη» της κοινωνίας κ.λπ. Επομένως σχεδιάζουν να ανοίξουν στρατόπεδα συγκέντρωσης, να ξεκινήσουν επιχειρήσεις σκούπα, ακόμα προτάθηκε από ακροδεξιό πολιτικό μόρφωμα, να οπλιστούν οι πολίτες και να έχουν δικαίωμα πυροβολισμού (!!).

Καταρχήν, όλα αυτά τα λεγόμενα περί μεταναστών είναι αβάσιμα και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα αλλά ούτε και τη λύση του προβλήματος. Ο σκοπός είναι να δείξουν ως στόχο τους μετανάστες και να χτυπήσουν το λαό. Να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη και να οξύνουν τις ρατσιστικές και εθνικιστικές τάσεις προς όφελος του κεφαλαίου.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο. Όσο αυξήθηκαν οι επιθέσεις ενάντια στις κατακτήσεις, τα εργασιακά, ασφαλιστικά, υγεία, παιδεία κ.α. αυξήθηκε παράλληλα και η προπαγάνδα αποπροσανατολισμού για το μεταναστευτικό ζήτημα.

Αδελφέ ελληνικέ λαέ,

Εργάτες εργαζόμενοι, άνεργοι,

Η πολιτική του κεφαλαίου πρώτα απ' όλα έχει στόχο πρώτα να χτυπήσει εσάς και ύστερα εμάς τους μετανάστες. Για τους εκατοντάδες χιλιάδες άνεργους, για τις απολύσεις, τις αλλαγές των εργασιακών σχέσεων, τους μισθούς πείνας, την κατάργηση προνοιακών επιδομάτων, παράλυση του συστήματος υγείας, παιδείας, κοινωνικής ασφάλειας, πλήγμα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, φτώχεια και πείνα δεν ευθύνονται οι μετανάστες αλλά η πολιτική του κεφαλαίου.

Αυτοί που θέλουν η Ελλάδα να γίνει Μπαγκλαντές, Βουλγαρία και Τουρκία, δηλ. εκατομμύρια στη φτώχεια και την εξάθλίωση, επιδιώκουν τη συσσώρευση περισσότερου κεφαλαίου και να έχουν περισότερη κερδοφορία, πατώντας στο σβέρκο των εργατών και εργαζομένων. Υποστηρίζουν ότι κινδυνεύουμε απ' τους μετανάστες και όχι απ' αυτή την πολιτική του κεφαλαίου, ΔΝΤ, ΕΕ και διεθνής μονοπωλιακές εταιρίες.

Η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα προχωρήσει στη σύλληψη των μεταναστών και θα βάλουν τους μετανάστες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Δείχνει όλη της την πυγμή σε ανθρώπους που ο ιμπεριαλισμός και καπιταλισμός, οι άδικοι πόλεμοι και η ληστική εκμετάλευση των χωρών τους τους οδήγησαν στην Ελλάδα αναζητώντας το δικαίωμα στο όνειρο και στην ελπίδα. Και αυτοί οι "τυχεροί" βρέθηκαν όμηροι της παρανομίας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Χωρίς εργασιακά δικαιώματα, θύματα της κρατικής και αστυνομικής βίας, καταδικασμένοι στην πιο άγρια εκμετάλλευση, ενώ από πάνω τους αιωρείται ο πέλεκυς της φυλάκισης και της απέλασης.

Και όταν γράφουμε «αυτούς που κατόρθωσαν να ρθουν στην Ελλάδα» εννοούμε ότι δεκάδες χιλιάδες συνάνθρωποι μας θύματα του καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού στην απεγνωσμένη προσπάθεια τους να έχουν «καλύτερη τύχη» άφησαν την τελευταία τους πνοή στο . δρόμο προς την ελπίδα.

Και δεν το λέμε αυθαίρετα αυτό. Σύμφωνα με άρθρο της αγγλόφωνης εφημερίδας Today's Zaman, από το 1988 έως το 2009, περισσότεροι από 34.000 μετανάστες έχουν βρει το θάνατο στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο, ενώ εκτός απ' τα χιλιάδες αυτά θύματα του παγκόσμιου καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού άλλοι 15.000 μετανάστες βρήκαν το θάνατο εντός ευρωπαϊκών συνόρων, πιθανόν πέφτοντας σε ναρκοπέδια όπως αυτά του Εβρου ή μην αντέχοντας τις κακουχίες που είχαν αναζητώντας καλύτερη τύχη.

Αν το "έγκλημα" κάποιων συνανθρώπων μας είναι ότι ήρθαν στην Ελλάδα "χωρίς χαρτιά" και γι' αυτό πρέπει να κλειστούν σε στρατόπεδα τότε το έγκλημα αυτών που κατήργησαν όλα τα δικαιώματα των εργατών, οδήγησαν στην φτώχεια και την αναγκαστική προσφυγιά, εκατομύρια ανθρώπους, πώς πρέπει να τιμωρηθεί;

Αδελφέ ελληνικέ λαέ,

Για τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί και δημιουργούνται, με την ύπαρξη μεταναστών στην Ελλάδα, ευθύνονται οι ελληνικές κυβερνήσεις και το κεφάλαιο. Χρόνια ολόκληρα αντί να εφαρμόσουν μία κοινωνική πολιτική και ένταξη των μεταναστών, τους χρησιμοποίησαν ως στρατό φτηνής εργασίας, την πιο κατάλληλη μερίδα των εργαζομένων σε όλες τις μορφές εκμετάλλευσης. Να υπενθυμίσουμε πως μέσα σε 15 χρόνια έχουν περάσει δεκάδες νόμους περί μεταναστών και έχουν βγει πάνω από 50 προεδρικά διατάγματα. Όλα είχαν σκοπό την περισσότερη εκμετάλλευση και ληστεία των μεταναστών και τίποτε άλλο.

Ότι και να υποστηρίζουν τα αφεντικά του συστήματος οι μετανάστες είναι πια ένα κομμάτι της εργατικής τάξης της Ελλάδας και όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο δημιουργούν μία παράδοση κοινής συμπεριφοράς, στάσης και φιλίας. Όσο είναι ειλικρινής το κεφάλαιο ενάντια στους ντόπιους εργάτες και εργαζόμενους τόσο ειλικρινής είναι ενάντια στο μεταναστευτικό ζήτημα. Μία σημαντική μερίδα των μεταναστών έχει καταλάβει ότι η θέση τους είναι δίπλα στους Έλληνες συναδέλφους και πρέπει να αποτελούν ένα κομμάτι του οργανωμένου αγώνα.

Το μεταναστευτικό ζήτημα καταρχήν είναι υπόθεση της εργατικής τάξης της Ελλάδας. Και εμείς οι μετανάστες είμαστε ένα κομμάτι αυτού του αγώνα που γίνεται ενάντια στο κεφάλαιο.

Κούρδοι και Τούρκοι πολιτικοί πρόσφυγες και μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα



Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Κάλεσμα της συμμαχίας «ums Ganze!» (Γερμανία) για την πανευρωπαϊκή ημέρα δράσης στις 31 Μαρτίου [Μ31]


ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΟΡΓΙΣΜΕΝΟΣ – ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΕ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

Αυγή του (α)θάνατου!
Ένα ζόμπι πλανιέται πάνω από την Ευρώπη: το ζόμπι του νεοφιλελευθερισμού. Με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης είχε φανεί ότι αυτή η μορφή του καπιταλισμού έφτανε στο τέλος της. Πέρα από τις μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ακόμα και διάφοροι/ες φιλελεύθεροι/ες, αλλά και συντηρητικοί/ές οικονομικοί/ές αναλυτές/τριες μιλούσαν ξεκάθαρα για τις «υπερβολές των αγορών». Και όμως, μια γενικευμένη αλλαγή δεν ήρθε ποτέ. Προς γενική κατάπληξη, ο νεοφιλελευθερισμός συνεχίζει να ζει και να βασιλεύει.

Με φόρα προς την άβυσσο
Μετά την κατάρρευση των εξουσιαστικών καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν φαινόταν καμιά εναλλακτική λύση στον ορίζοντα απέναντι στο νεοφιλελεύθερο δόγμα. Ιδιωτικοποιήσεις, «απελευθέρωση» των αγορών, «ελαστικοποίηση» των εργασιακών σχέσεων - ένα πρόγραμμα που μέχρι την κρίση του 2007 θεωρείτο το φάρμακο για όλες τις ασθένειες. Σήμερα βέβαια, σχεδόν κανένας και καμιά πολιτικός δε θέλει να συνδεθεί μαζί του. Η πίστη ότι η ελεύθερη αγορά μπορεί να εγγυηθεί μια καλή ζωή σε όλους και όλες έχει χαθεί. Το ζόμπι του νεοφιλελευθερισμού δεν δίνει πλέον φανταχτερές υποσχέσεις.

Παρόλα αυτά, όσοι και όσες ήλπισαν ότι η αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού θα οδηγούσε σε μια γενικότερη κριτική του καπιταλιστικού συστήματος και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης απογοητεύτηκαν. Ο καπιταλισμός και οι ιδεολογίες του επέδειξαν για ακόμη μια φορά εξαιρετική ικανότητα αλλαγής και προσαρμοστικότητας. Η γιγάντωση των διεθνών χρηματιστηριακών αγορών τις τελευταίες δεκαετίες ποτέ δεν αποκωδικοποιήθηκε ως έκφραση μια δομικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού. Υπεύθυνοι και υπεύθυνες για τα τεράστια χρέη, αλλά και την αστάθεια και κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι, κατά τις πλέον διαδεδομένες απόψεις, οι αχόρταγοι managers, τα goldenboys, όπως επίσης και οι «χώρες που ζούσαν και ζουν πάνω από τις δυνατότητες τους». Τέτοιες ηθικολογικές εξηγήσεις επικαλύπτουν ακόμη και λογικούς κοινωνικοπολιτικούς συλλογισμούς: σαν να μην συνεισέφεραν το πάγωμα μισθών και οι φοροελαφρύνσεις των υψηλών εισοδημάτων στην όξυνση της κρίσης. Εκείνο που λείπει παντελώς είναι μια ανάλυση που να εστιάζει στη δραστική μείωση των ρυθμών ανάπτυξης του «φορντιστικού» τρόπου παραγωγής τη δεκαετία του 1970, ενός τρόπου παραγωγής που μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχε οδηγήσει προσωρινά αρκετές χώρες σε υψηλούς αριθμούς απασχόλησης και ένα ανεκτό επίπεδο ζωής για τους περισσότερους κατοίκους τους.

Αντί να ξεφύγουμε από τον ηλίθιο καπιταλιστικό καταναγκασμό μιας ανάπτυξης βασισμένης σε χρέη, υποστηρίζεται ότι κράτη και άνθρωποι έζησαν πάνω από τις δυνατότητές τους. Μέσω αυτής της ιδεολογικής «εξήγησης» δικαιολογείται το φόρτωμα των τεράστιων συνεπειών της κρίσης στα οικονομικά αδύνατα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας και, φυσικά, στους κατοίκους τους.

TINA* vs. Occupy
Με την κατάρρευση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας ο καπιταλισμός έχασε μεν την επίσημη ουτοπία του, οι καταναγκασμοί του όμως παραμένουν. Στο προσκήνιο εμφανίστηκε ένας δήθεν νηφάλιος ρεαλισμός, ο οποίος σε συνδυασμό με το παλιό σύνθημα του «δεν υπάρχουν εναλλακτικές», οδηγεί σε ό,τι οικονομικές συνταγές μπορεί να σκεφτεί κανείς. Ο νεοφιλελευθερισμός συνεχίζει να υπάρχει μέσω εντατικοποιημένων προγραμμάτων λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων, ενώ πού και πού συμπληρώνεται με «κουρέματα χρέους» και «πακέτα βοήθειας». Οι θεσμοί και οι κανόνες του θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ και όχι μόνο διατηρούνται, αλλά διευρύνονται κιόλας. Παντού αιωρείται το μάντρα της «ανταγωνιστικότητας»: επιχειρήσεις και κράτη πρέπει να συνεχίσουν να ανταγωνίζονται το ένα το άλλο μέχρι τον αιώνα τον άπαντα.

Εκεί που απλά ακολουθούνται δήθεν «αντικειμενικές ανάγκες», οι συνηθισμένες πολιτικές επιλογές ανάμεσα σε κόμματα εθνικιστικά, συντηρητικά, φιλελεύθερα, οικολογικά, σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά καταντούν περιττές. Έτσι, στην Ελλάδα και την Ιταλία κυβερνούν πλέον οι επονομαζόμενοι «τεχνοκράτες» και «ειδικοί», οι οποίοι μπορούν να λαμβάνουν τα μέτρα που αποφασίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο (υπό την «αρωγή» πάντα της Γερμανίας) χωρίς το φόβο των επόμενων εκλογών, αλλά και απαγκιστρωμένοι από την ανάγκη νομιμοποίησης, ακόμα και στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας.

Βέβαια η αυταρχική αυτή συνέχιση του ίδιου έργου δεν μένει αναπάντητη. Ενάντια στην καπιταλιστική πρόκληση υπήρξαν, ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο, αρκετές αντιδράσεις. Σαν σύμβολο στάθηκαν σε πολλές χώρες οι δημόσιες καταλήψεις πλατειών και δημόσιων χώρων (Asambleas, Occupy). Άνθρωποι, που για τους πλέον διαφορετικούς λόγους δε συμφωνούσαν με την κοινωνική κατάσταση, κατέβηκαν στους δρόμους. Δύο από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του κινήματος διαμαρτυρίας, το οποίο εν τω μεταξύ έχει χάσει κάπως σε δυναμική, ήταν ο διεθνής χαρακτήρας του και η πρόθεση ολικής αμφισβήτησης τού καπιταλιστικού συστήματος. Στα μειονεκτήματά του περιλαμβάνονται ο κρατισμός του, καθώς και η ίδια η κριτική του στον καπιταλισμό, που ήταν πολλές φορές από ηθικολογική μέχρι πατριωτική-εθνικιστική και είχε μέχρι και την τάση προς θεωρίες συνωμοσίας.

Το επόμενο επεισόδιο
Με την πανευρωπαϊκή ημέρα δράσης στις 31 Μαρτίου (Μ31) θέλουμε να ανοίξουμε έναν νέο ορίζοντα στο κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στην καπιταλιστική κρίση. Μαζί με διάφορες ομάδες από τη Γερμανία, καθώς και συντρόφισσες και συντρόφους από πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καλούμε σε ταυτόχρονες πορείες και δράσεις. Επιδιώκουμε την σύνδεση με τοπικούς αγώνες, αλλά και την υπέρβαση των εθνικών ορίων. Ο καπιταλισμός και οι κρίσεις είναι ήδη διεθνοποιημένες, μένει να συμβεί το ίδιο και με την αντίστασή μας.

Ενάντια στην αυταρχική πολιτική της Τρόικας προτάσσουμε την προοπτική της ανθρώπινης χειραφέτησης: μια κοινωνία χωρίς τους καταναγκασμούς που προκύπτουν μέσα από τον αέναο ανταγωνισμό και την εκμετάλλευση του καπιταλιστικού συστήματος. Ο γερμανικός εθνικισμός τής κρίσης, που προπαγανδίζει ασύστολα ενάντια στους «τεμπέληδες Έλληνες» και υποστηρίζει την ανάγκη θυσιών «για το κοινό γερμανικό καλό», είναι για πέταμα. Θέλουμε μια κοινωνία, όπου στο επίκεντρο βρίσκονται οι ανάγκες όλων των ανθρώπων. Για την επίτευξη αυτού του στόχου θέλουμε να παλέψουμε μαζί με μισθωτούς, άνεργους/ες, φοιτητές/τριες και μετανάστες/στριες σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γνωρίζουμε πως ο αγώνας αυτός θα είναι μεγάλης διάρκειας -το Μ31 δεν τελειώνει στις 31 Μαρτίου! Δικτυωνόμαστε σε μια μακροπρόθεσμη προσπάθεια ενάντια στο κράτος, το έθνος και το κεφάλαιο. Ξέρουμε ότι θα ακολουθήσουν πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, θέλουμε όμως τις πολιτικές αυτές διαφορές να τις λύσουμε με δημιουργικό τρόπο. Η 31η Μαρτίου είναι το σημείο εκκίνησης για περαιτέρω αγώνες που θα οργανώσουμε μαζί σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο εγγύς μέλλον.

Στις 31 Μαρτίου καλούμε σε μια παγγερμανική πορεία στη Φρανκφούρτη. Η Φρανκφούρτη είναι η έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), όπου γίνονται οι διαβουλεύσεις με την Τρόικα για τα προγράμματα λιτότητας και τις μεταρρυθμίσεις. Η ΕΚΤ, με το να είναι η εκδοτική τράπεζα της Ευρώπης, δεν είναι μια εμπορική τράπεζα, όπως για παράδειγμα η Deutsche Bank. Μέσω των νομισματικών της αρμοδιοτήτων αποτελεί ένα κεντρικό όργανο της Ευρωζώνης για τη διατήρηση και διεύρυνση της ανταγωνιστικότητάς της, κάτι που σημαίνει και εξασφάλιση της προνομιακής θέσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στο παγκόσμιο πλέγμα κυριαρχίας. Ταυτόχρονα η ΕΚΤ υποστηρίζει τις πολιτικές της ΕΕ απέναντι στα οικονομικά αδύναμα κράτη, για παράδειγμα μέσω της αγοράς (ή όχι) κρατικών ομόλογων, της χορήγησης «ενέσεων ρευστού» στις εμπορικές τους τράπεζες κτλ. Σκοπός μας δεν είναι λοιπόν η δαιμονοποίηση των τραπεζών. Στο κέντρο της κριτικής μας βρίσκεται ο συστημικός χαρακτήρας τής ανώνυμης λογικής του κέρδους στον καπιταλισμό, η επιβίωση ενός ηλίθιου καθεστώτος.

Θέλουμε να προκαλέσουμε αναταραχή στο φιλήσυχο κέντρο του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Διαδηλώνουμε μαζικά ενάντια στη θρασύτατη πολιτική των ΕΕ, ΕΚΤ και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλληλέγγυοι/ες με όλους και όλες που αγωνίζονται για μια απελευθερωμένη κοινωνία σε άλλες χώρες. Για έναν διεθνή αντιεθνικισμό! Για τον κομμουνισμό!

---------
*TINA: There Is No Alternative (το απόλυτο επιχείρημα της Βρετανής πρωθυπουργού Thatcher υπέρ των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων τη δεκαετία του 1980)

Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Κάλεσμα της εργατικής εφημερίδας ΔΡΑΣΗ για την Πανευρωπαϊκή Ημέρα Δράσης ενάντια στον καπιταλισμό [Μ31]

Για τη διεθνοποίηση των αγώνων μας στην Ευρώπη

Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από το ξέσπασμα της κρίσης το 2008 και ήδη οι συνέπειες αυτής και της πολιτικής που την συνοδεύει, έχουν προκαλέσει την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων, οδηγώντας πολλούς από αυτούς στην εξαθλίωση. Επιπλέον, τίποτα δεν μας δείχνει ότι με κάποιο τρόπο προσεγγίζουμε το τέλος της.

Η χρηματοπιστωτική κρίση, ως μία από τις εκφράσεις της δομικής κρίσης του καπιταλισμού, οδήγησε τα κράτη σε μία διαρκή προσπάθεια στήριξης από την μια πλευρά του τραπεζικού συστήματος, το οποίο ενισχύθηκε με υπέρογκα ποσά, και από την άλλη σε μια πρωτοφανή συρρίκνωση των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων και παροχών. Αυτό που μέχρι πρόσφατα γνωρίζαμε ως "κοινωνικό κράτος", αποτέλεσμα πολύχρονων και αιματηρών κατακτήσεων του εργατικού κινήματος, αποχωρεί, αφήνοντας ταυτόχρονα όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας χωρίς πρόσβαση σε βασικά αγαθά, όπως υγεία, παιδεία, τροφή, στέγη κτλ. Ενώ η ανεργία αυξάνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, οι συνθήκες εργασίας, για όσους δουλεύουν, γίνονται όλο και πιο εχθρικές. Στους εργαζόμενους επιβάλλεται το μοντέλο της υποτελούς, χωρίς δικαιώματα και επαρκείς απολαβές εργασίας. Είναι επομένως φανερό ότι ο καπιταλισμός θα αναπαράγεται πλέον με όρους μαζικής ανεργίας και σχεδόν καθολικής επισφάλειας.

Η Ε.Ε. μαζί με την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, υποστηρίζουν με κάθε τρόπο ένα καταστροφικό οικονομικό σύστημα το οποίο στηρίζεται στην υπερεκμετάλλευση του πληθυσμού και του περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα επιβάλλουν μνημόνια και όλο και πιο αυστηρά δημοσιονομικά και κατασταλτικά μέτρα, στοχεύοντας στην πανάκεια της οικονομικής μεγέθυνσης. Συγχρόνως ενθαρρύνουν και αναπαράγουν τους διαχωρισμούς περί δήθεν καλών και εργατικών βορείων και τεμπέληδων και διεφθαρμένων νοτίων, ενισχύοντας το ρατσιστικό δηλητήριο. Χρησιμοποιούν εκβιαστικά το ψευδές δίλημμα ευρώ ή εθνικό νόμισμα, χρεοκοπία ή μνημόνια, στην προσπάθεια να αποσπάσουν κοινωνική συναίνεση. Η Ε.Ε. είναι η σύγχρονη φυλακή των λαών της Ευρώπης. Ο δρόμος της κοινωνικής χειραφέτησης περνάει μέσα από την ανατροπή και διάλυσή της, μέσα από τη συνεργασία των λαών και των κινημάτων στη βάση των κοινωνικών προταγμάτων και της δικής τους αυτοθέσμισης.

Στην Ελλάδα, από το Δεκέμβρη του 2008 έως και τις συγκεντρώσεις των πλατειών τον Μάιο και τον Ιούνιο, με όλες τις ενδιάμεσες κινητοποιήσεις στο πεδίο της εργασίας, της παιδείας και του περιβάλλοντος, η κοινωνία βρίσκεται σε συνεχή αναβρασμό, αντιδρώντας από την μία πλευρά στην επιβαλλόμενη εξαθλίωση και αναζητώντας, όπως μας έδειξαν και οι συνελεύσεις των πλατειών, νέες αυτοοργανωμένες μορφές έκφρασης, δημιουργίας και αλληλεγγύης. Στο ίδιο πνεύμα, οι εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες, το κίνημα των πλατειών που ακολούθησε και το κίνημα Οccupy έφεραν στο προσκήνιο την επιθυμία για κατάληψη και επανανοηματοδότηση του δημόσιου χώρου αλλά και την ανάγκη για διεθνοποίηση των αγώνων μας με οριζόντιο συντονισμό. Η αυτοοργάνωση των κινημάτων αυτών και τα αμεσοδημοκρατικά τους χαρακτηριστικά, ξαναέφεραν την πολιτική στο προσκήνιο, με νέους όρους, χωρίς κόμματα, διαμεσολαβητές και ηγέτες.

Η πανευρωπαϊκή ημέρα δράσης ενάντια στον καπιταλισμό δεν είναι και δεν θέλουμε να γίνει μια ακόμη πανευρωπαϊκή ημέρα, αλλά ένα βήμα στην προσπάθεια ανταλλαγής εμπειριών, αναζήτησης μιας κοινής ριζοσπαστικής κατεύθυνσης και του συντονισμού κοινών δράσεων, χωρίς εθνικούς ή φυλετικούς διαχωρισμούς. Η “Ευρώπη των κάτω” πρέπει να βρει το δικό της κοινό αγωνιστικό βηματισμό απέναντι στη διεθνοποιημένη εξουσία του χρήματος και της εκμετάλλευσης, δημιουργώντας και επιβάλλοντας τις δικές της αντιδομές αγώνα, αλληλεγγύης και συνεργατικής δράσης.

Το δίλημμα που για εμάς γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο είναι Κοινωνική Επανάσταση και Άμεση Δημοκρατία ή ολοκληρωτική υποταγή και εξαθλίωση.

Συμμετέχουμε στη:

Συζήτηση για τις προοπτικές της πανευρωπαϊκής κοινής δράσης,
Παρασκευή 30/03/2012 στις 7μμ στο Πολυτεχνείο

Πορεία, Σάββατο 31/03/2012 στις 12μμ, από την Ομόνοια στα γραφεία της Ε.Ε.

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΔΙΟΡΘΩΝΕΤΑΙ, ΑΝΑΤΡΕΠΕΤΑΙ

                                                                                               εργατική εφημερίδα ΔΡΑΣΗ

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Εκδήλωση-Συζήτηση: Άμεση δημοκρατία, αυτοδιαχείριση, αλληλέγγυα συνεργατική οικονομία


Εκδήλωση-Συζήτηση:
Άμεση δημοκρατία, αυτοδιαχείριση, αλληλέγγυα συνεργατική οικονομία

Πέμπτη, 29 Μαρτίου, 7:30 μ.μ.
στο Κοινωνικό Πολιτιστικό Κέντρο Βύρωνα (Λαμπηδόνα, Άλσος Αγίας Τριάδας)


Ομιλητές:
Λέτα Ζωτάκη, πρόεδρος νοσοκομειακών γιατρών Κιλκίς – μέλος της συνέλευσης της κατάληψης του νοσοκομείου Κιλκίς

Σταύρος Σταυρίδης, καθηγητής Ε.Μ.Π.

Γιώργος Φούφας, ελεύθερος αγροτοδιατροφικός συνεργατισμός Γερανία

Κώστας Χαριτάκης, εργατική εφημερίδα ΔΡΑΣΗ

Διοργάνωση:
εργατική εφημερίδα ΔΡΑΣΗ

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Λοιπόν, ποια είναι τα αιτήματα; Και πού πάνε από εδώ;


Της Judith Butler*

Από τότε που το κίνημα Occupy αναδύθηκε στο πολιτικό τοπίο, επικριτές και σκεπτικιστές ρωτούσαν, "λοιπόν, ποια είναι τα αιτήματα;". Και πιο πρόσφατα, οι σκεπτικιστές έχουν αναρωτηθεί μήπως το κίνημα έχει χάσει δυναμική, δεδομένου ότι πολλοί από τους δημόσιους χώρους που είχαν καταληφθεί έχουν εκκαθαριστεί από την αστυνομική δύναμη υπό τις εντολές του κράτους. Ας εξετάσουμε πρώτα το θέμα των αιτημάτων, και στη συνέχεια, θα στραφούμε στο ερώτημα προς τα πού κινείται τώρα το κίνημα Occupy.

Αν σκεφτούμε αυτό το πρώτο ερώτημα, μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσο σταθερά εδραιωμένη είναι η αντίληψη ότι τα πολιτικά κινήματα, για να χαρακτηριστούν «πολιτικά», πρέπει (α) να είναι οργανωμένα γύρω από ένα συγκεκριμένο και διακριτό κατάλογο αιτημάτων, και (β) να προσπαθούν να ικανοποιηθούν αυτά τα αιτήματα. Προς στιγμήν, ας εξετάσουμε τι είδος πολιτικής χαρακτηρίζεται από τέτοιες παραδοχές, και τι είδος όχι. Με άλλα λόγια, αν και θεωρούμε ως δεδομένο ότι η πολιτική πρέπει να προσκομίσει ένα κατάλογο αιτημάτων που μπορούν να ικανοποιηθούν, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε δίκιο να θεωρούμε αυτήν την εκδοχή της πολιτικής ως δεδομένη, όπως κάνουμε σαφώς ορισμένοι από εμάς. Ας σκεφτούμε, τότε, για τα συστατικά στοιχεία αυτού του σκεπτικιστικού ισχυρισμού, και ας δούμε ποια εκδοχή της πολιτικής υποτίθεται και προωθείται από αυτό το ερώτημα. Επιπλέον, ας εξετάσουμε αν το είδος της πολιτικής που το Occupy επιδιώκει όχι μόνο αποτυγχάνει -ή αρνείται- να συμμορφωθεί με αυτήν την ιδέα της πολιτικής, αλλά ενεργά προσπαθεί να δημιουργήσει μια άλλη. Ας ξεκινήσουμε με δύο από τα βασικά δομικά στοιχεία της σκεπτικιστικής θέσης: (1) αιτήματα που εμφανίζονται με τη μορφή ενός καταλόγου, (2) αιτήματα που μπορούν να ικανοποιηθούν.

1. Αιτήματα που θα πρέπει να λάβουν τη μορφή ενός καταλόγου.
Ας φανταστούμε ότι το κίνημα Occupy έλεγε ότι έχουμε τρία αιτήματα: (α) να σταματήσουν οι κατασχέσεις σπιτιών, (β) να διαγραφούν τα χρέη των φοιτητών, και (γ) να μειωθεί η ανεργία. Κατά
κάποιο τρόπο, καθένα από αυτά τα αιτήματα απηχεί σίγουρα το Occupy, και άνθρωποι που ασχολούνται με αυτά τα θέματα έχουν σαφώς ενταχθεί στο Occupy και συμμετείχαν σε διαδηλώσεις ενάντια στις κατασχέσεις σπιτιών, για τη διαγραφή των χρεών των φοιτητών, και για τη μείωση της ανεργίας. Έτσι, ο κατάλογος των αιτημάτων σχετίζεται σαφώς με το Κίνημα Occupy, όμως θα είναι λάθος να πούμε ότι η πολιτική σημασία ή επίδραση του κινήματος Occupy μπορεί να κατανοηθεί πολύ καλά μέσω αυτών των αιτημάτων ή μιας πολύ μεγαλύτερης λίστας αιτημάτων. Ο πρώτος λόγος είναι ότι ένας ''κατάλογος'' είναι μια σειρά αιτημάτων. Αλλά ένας κατάλογος δεν εξηγεί πώς αυτά τα αιτήματα σχετίζονται το ένα με το άλλο.

Εάν ένα από τα κύρια πολιτικά σημεία του κινήματος πρέπει να επιστήσει την προσοχή, και να αντισταθεί, στις αυξανόμενες ανισότητες πλούτου, τότε αυτό είναι η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα που διασχίζει όλα τα συγκεκριμένα αιτήματα που ένας τέτοιος κατάλογος μπορεί να περιλαμβάνει. Αλλά αυτό δεν θα μετρούσε πραγματικά ως ένα αίτημα μεταξύ πολλών άλλων. Με άλλα λόγια, μέσω ποιας γλώσσας και ποιας δράσης θα επιστήσουμε την προσοχή στην αυξανόμενη ανισότητα πλούτου, όπου οι πλούσιοι μονοπωλούν ολοένα μεγαλύτερες ποσότητες του πλούτου και οι φτωχοί περιλαμβάνουν τώρα έναν αυξανόμενο αριθμό του πληθυσμού; Το σημείο αυτό γίνεται εμφανές από κάθε ένα από τα ειδικότερα ζητήματα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, έναν κατάλογο που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον αποδεκατισμό των κοινωνικών υπηρεσιών, της δημόσιας υγείας, των συντάξεων, καθώς και την αύξηση της ''ευέλικτης'' εργασίας που μετατρέπει τους εργαζόμενους σε πληθυσμό μίας χρήσης, την καταστροφή της δημόσιας και οικονομικά προσιτής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τον συνωστισμό στα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δημόσια σχολεία, τις φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους, την κατάπτωση των μισθών, και την αύξηση της κυβερνητικής στήριξης στη βιομηχανία των φυλακών. Μπορούμε να κάνουμε μια τέτοια λίστα, να προσθέσουμε σε αυτή, ακόμη και να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, αλλά κανένα στοιχείο στον κατάλογο αυτόν δεν μπορεί να μας βοηθήσει να εξηγήσουμε γιατί συγκεντρώνονται όλα αυτά τα στοιχεία μαζί σε έναν κατάλογο. Αν υποστηρίζουμε, ωστόσο, ότι οι αυξανόμενες διαφορές πλούτου και η ανισότητα που προκύπτουν άμεσα από τις σύγχρονες μορφές του καπιταλισμού γίνονται φανερές από κάθε ένα από αυτά τα θέματα, και ότι μαζί μπορούν να αποδείξουν τον ισχυρισμό ότι ο καπιταλισμός βασίζεται, και αναπαράγει, κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες αυτού του είδους, τότε διατυπώνουμε έναν ισχυρισμό για το πώς λειτουργεί ένα σύστημα και, ειδικότερα, πώς το καπιταλιστικό σύστημα λειτουργεί τώρα: οι ανισότητες γίνονται όλο και μεγαλύτερες, λαμβάνοντας νέες και καταστροφικές μορφές, και αυτή η επιταχυνόμενη διαδικασία της ανισότητας παραμένει ανεξέλεγκτη από το κράτος και τις παγκόσμιες αρχές που έχουν συμφέρον να κάνουν τον καπιταλισμό να λειτουργεί.

Ο σκεπτικιστής ενδέχεται να εξακολουθήσει να απαντά ως εξής: ''αλλά δεν πρέπει να εργαζόμαστε σε κάθε ένα από αυτά τα ζητήματα ξεχωριστά, προκειμένου να υπάρξει οποιαδήποτε πραγματική διαφορά στις ζωές των ανθρώπων; Εάν όλοι μας αναλαμβάναμε κάποιο θέμα, θα μπορούσαμε να ανοίξουμε το δρόμο, βρίσκοντας πρακτικές λύσεις για κάθε ζήτημα του καταλόγου''. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας άποψης, ωστόσο, σημαίνει ότι επιμένουμε πως τα ζητήματα μπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο. Αλλά αν χρειαζόμαστε να ξέρουμε τι συνδέει τα ζητήματα μεταξύ τους προκειμένου να δώσουμε λύση στο πρόβλημα αυτό, τότε η πολιτική μας εξαρτάται από τη διερώτησή μας για το συστημικό και ιστορικό χαρακτήρα του ίδιου του οικονομικού συστήματος.

Πράγματι, αν καταλαβαίνουμε πως οι αυξανόμενες διαφορές πλούτου (και η συσσώρευση περισσότερου πλούτου από όλο και λιγότερους ανθρώπους, και η επέκταση της φτώχειας και της απόρριψης σε ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων) προκύπτουν από μια συγκεκριμένη οικονομική οργάνωση της κοινωνίας, που είναι προσανατολισμένη στο να παράγει όλο και πιο οξείες εκδοχές αυτής της ανισότητας, τότε, προκειμένου να αντιμετωπιστούν κάποια από τα ζητήματα αυτού του καταλόγου, πρέπει να καταλάβουμε την ευρύτερη δομή της ανισότητας την οποία κάθε ζήτημα καταδεικνύει, και πρέπει να σκεφτούμε τρόπους εναντίωσης σε αυτό το οικονομικό καθεστώς, αντί να προσπαθούμε να κάνουμε μικρές διορθώσεις στη λειτουργία του. Πράγματι, αν ''επιδιορθώσουμε'' κάθε πρόβλημα του καταλόγου χωρίς αντιμετώπιση της αναπαραγωγής της ανισότητας, και αν αυτή η ανισότητα αναπαράγεται με ολοένα και πιο οξείς τρόπους, τότε ο κατάλογος απλώς γίνεται μεγαλύτερος, ακόμη κι αν επιδιώξουμε να αφαιρέσουμε ένα συγκεκριμένο ζήτημα από αυτόν.

Δεν μπορούμε να διορθώσουμε μια μορφή της ανισότητας χωρίς κατανόηση των ευρύτερων τάσεων της ανισότητας που επιδιώκουμε να υπερβούμε. Νομίζοντας ότι όλα τα ζητήματα πρέπει να διαχωρίζονται, χάνουμε το στόχο μας και περιορίζουμε το όραμά μας για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη. Φυσικά, μπορεί κανείς να εργαστεί σε οποιοδήποτε από αυτά τα ζητήματα, την ίδια στιγμή που κάποιος αγωνίζεται για το τέλος της δομικής αναπαραγωγής της ανισότητας. Αλλά αυτό σημαίνει ότι κάποια ομάδα, κάποια πολιτική συνάρθρωση, πρέπει να κρατήσει την προσοχή στο πρόβλημα της δομικής ανισότητας. Αν νομίζουμε ότι υπάρχουν επαρκή μέσα στο πλαίσιο του ισχύοντος οικονομικού καθεστώτος για τη διόρθωση αυτών των προβλημάτων, τότε κάνουμε μια αλλόκοτη υπόθεση. Υποθέτουμε ότι το ίδιο το σύστημα που έχει παραγάγει την ανισότητα που χαρακτηρίζει όλα τα ζητήματα που περιλαμβάνει ο κατάλογος μπορεί να χρησιμεύσει ως αποδέκτης των αιτημάτων μας. Αυτό με οδηγεί στη δεύτερη υπόθεση που προκύπτει από την ερώτηση του σκεπτικιστή.

2. Τα αιτήματα θα πρέπει να μπορούν να ικανοποιηθούν.
Αυτό σίγουρα φαίνεται ένα λογικό σημείο. Αλλά όποιος ισχυρίζεται ότι τα αιτήματα πρέπει να μπορούν να ικανοποιηθούν εικάζει ότι υπάρχει κάποιος ή κάποια υφιστάμενη θεσμική εξουσία όπου θα μπορούσε κανείς να προσφύγει για την ικανοποίηση των αιτημάτων του. Στις διαπραγματεύσεις των σωματείων που υποστηρίζονται από την απειλή των απεργιών, συνήθως υπάρχει ένας κατάλογος των αιτημάτων των οποίων η ικανοποίηση θα αποτρέψει την απεργία, ή η μη ικανοποίηση θα οδηγήσει στην έναρξη ή παράταση της απεργίας. Αλλά όταν η εταιρεία, η ένωση, ή το κράτος δεν θεωρείται νόμιμος εταίρος για διαπραγματεύσεις, τότε δεν έχει νόημα να προσφύγεις στην εν λόγω αρχή για διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων. Στην πραγματικότητα, η προσφυγή σε αυτή την αρχή για την ικανοποίηση των αιτημάτων είναι ένας τρόπος απόδοσης νομιμότητας σε αυτή την αρχή. Έτσι, αρθρώνοντας αιτήματα που μπορούν να ικανοποιηθούν εξαρτάσαι ουσιαστικά από την απόδοση της νομιμότητας σε όσους έχουν την εξουσία να ικανοποιήσουν τα αιτήματα. Και όταν κάποιος παύει να απευθύνει τα αιτήματα σε αυτές τις αρχές, όπως συμβαίνει στη γενική απεργία, τότε είναι η παρανομία αυτών των αρχών που εκτίθεται. Αυτή είναι μία σημαντική επίπτωση της συμβολής της Gayatri Chakravorty Spivak στη θεωρία του Occupy.

Αλλά αν οι υπάρχοντες θεσμοί είναι συνένοχοι με το οικονομικό καθεστώς απ' το οποίο εξαρτώνται, και προάγουν την αναπαραγωγή της ανισότητας, τότε δεν μπορεί κανείς να απευθύνεται σε αυτούς για να θέσει τέρμα στις συνθήκες της ανισότητας. Μια τέτοια προσφυγή θα
διαψευστεί στην πορεία της άρθρωσής της. Με απλά λόγια, η προσφυγή ή απαίτηση που επιδιώκει να ικανοποιηθεί από το υφιστάμενο κράτος, τα παγκόσμια νομισματικά ιδρύματα, ή τις εταιρείες, εθνικές ή διεθνικές, δίνει μεγαλύτερη δύναμη ακριβώς στις πηγές της ανισότητας, και με αυτόν τον τρόπο υποβοηθά και συνεργεί στην αναπαραγωγή της ίδιας της ανισότητας. Ως εκ τούτου, ένα άλλο σύνολο στρατηγικών απαιτούνται, και αυτό που βλέπουμε τώρα στο κίνημα Occupy είναι ακριβώς η ανάπτυξη μιας σειράς στρατηγικών που εφιστούν την προσοχή, και αντιτάσσονται, στην αναπαραγωγή της ανισότητας.

Ίσως για τον σκεπτικιστή, η ιδέα της δημιουργίας "αδύνατων αιτημάτων" είναι ισοδύναμη με την εκκένωση του πεδίου της ίδιας της πολιτικής. Αλλά αυτή η αντίδραση θα πρέπει να επιστήσει την προσοχή μας στον τρόπο που το πεδίο της πολιτικής έχει συσταθεί έτσι ώστε τα ικανοποιήσιμα αιτήματα να είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της κατανόησής του. Με άλλα λόγια, γιατί πρέπει να δεχτούμε ότι η μόνη πολιτική που έχει νόημα είναι αυτή όπου μια σειρά αιτημάτων δημιουργούνται για τις αρχές, και όπου τα αιτήματα απομονώνουν τις μορφές ανισότητας και αδικίας τη μια από την άλλη, χωρίς να βλέπουν ή να διαγράφουν κάποιους συνδέσμους μεταξύ τους; Μπορεί να δει κανείς ότι ο περιορισμός της πολιτικής σε έναν κατάλογο αιτημάτων που μπορούν να ικανοποιηθούν κρατά το πεδίο της πολιτικής περιορισμένο στα σύγχρονα εκλογικά συστήματα που λειτουργούν με την προϋπόθεση ότι οποιαδήποτε ριζική αλλαγή στο οικονομικό καθεστώς είναι μη διαπραγματεύσιμη. Έτσι, ό,τι είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης, όποιο αίτημα ικανοποιείται, δεν αγγίζει ό,τι είναι μη διαπραγματεύσιμο, δηλαδή, την αναπαραγωγή ενός οικονομικού καθεστώτος που αναγεννά ανισότητες σε ανησυχητική κλίμακα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η συγκεκριμένη πολιτική που ορίζει την πρακτική και κατανοητή πολιτική ως παραγωγή και ικανοποίηση ενός καταλόγου διακριτών αιτημάτων είναι δεσμευμένη εκ των προτέρων στη νομιμότητα των υφιστάμενων οικονομικών και πολιτικών δομών, και στην άρνηση του συστημικού χαρακτήρα της ανισότητας.

Όπως μπορούμε να δούμε, ένας από τους βασικούς τρόπους με τους οποίους τα υφιστάμενα καθεστώτα εξουσίας διατηρούν τη νομιμοποίησή τους είναι καταρρίπτοντας και απορρίπτοντας όλες τις μορφές λαϊκής πολιτικής αντίστασης που θέτουν τη δική τους νομιμότητα υπό αμφισβήτηση. Έχουν ισχυρούς ιδιοτελείς λόγους για να απορρίψουν το κίνημα Occupy ως ''απολιτικό''. Αυτή τη στιγμή προσπαθούν να διατηρήσουν το μονοπώλιο του πολιτικού λόγου, προσπαθώντας, με άλλα λόγια, να ορίσουν και να ελέγξουν τη δύναμη του λόγου που καθορίζει ποιος θα δημιουργεί έννοιες, ποιων οι δράσεις είναι πραγματικά πολιτικές, και ποιος είναι ''παράλογος", "αποπροσανατολισμένος" και "μη πρακτικός".

Η εξέγερση που θέτει υπό αμφισβήτηση αυτές τις στρατηγικές αυτο-νομιμοποίησης μας θυμίζει ότι
μία μορφή διακυβέρνησης ή εξουσίας που είναι δημοκρατική εξαρτάται από τη λαϊκή βούληση του
δήμου, τους ανθρώπους. Τι διέξοδο έχουν οι άνθρωποι όταν τα θεσμικά όργανα που υποτίθεται ότι τους αντιπροσωπεύουν ισότιμα, δημιουργούν όρους για βιώσιμη εργασία, διασφαλίζουν τη βασική υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, και τιμούν τα βασικά δικαιώματα της ισότητας, καταλήγουν να διανέμουν όλα αυτά τα βασικά μέσα και δικαιώματα διαφοροποιημένα και παράλογα; Σε μια τέτοια στιγμή, υπάρχουν άλλοι τρόποι να θεσπιστεί η ισότητα, εμφανιζόμενοι όλοι μαζί στο δρόμο ή στο διαδίκτυο, δημιουργώντας συνεργασίες που καταδεικνύουν το συντονισμό, την αλληλεπικάλυψη, και τις ευρύτερες συνδέσεις μεταξύ όλων αυτών των ζητημάτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της σύγχρονης αδικίας.

Κανένα πολιτικό ή οικονομικό καθεστώς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι είναι δημοκρατικό όταν αποτυγχάνει να αντιπροσωπεύει τα άτομα ισότιμα. Και όταν η ανισότητα γίνεται διάχυτη, και αντιμετωπίζεται ως ένα αμετάκλητο γεγονός της οικονομικής ζωής, τότε οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτή την ανισότητα δρουν συνεργαζόμενοι, θεσπίζοντας και απαιτώντας την ισότητα. Μερικοί θα μπορούσαν να αντιτάξουν ότι η ριζική ισότητα είναι αδύνατη. Ακόμη και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο -και δεν υπάρχει κανένας λόγος να γίνει δεκτός αυτός ο ισχυρισμός ως αξιόπιστος- δεν θα ήταν δυνατόν να σκεφτούμε τη δημοκρατία χωρίς το ιδανικό της ριζικής ισότητας. Έτσι, η ριζική ισότητα είναι μια απαίτηση, αλλά δεν απευθύνεται σε εκείνους τους θεσμούς που αναπαράγουν την ανισότητα. Απευθύνεται στους ίδιους τους ανθρώπους των οποίων το ιστορικό έργο είναι η κατασκευή των νέων θεσμών. Η έκκληση είναι προς τους εαυτούς μας, και αυτό είναι το νέο "εμείς" που σχηματίζεται, επεισοδιακά και παγκόσμια, σε κάθε δράση και διαδήλωση. Τέτοιες ενέργειες δεν είναι κατά καμία έννοια ''απολιτικές". Έχουν στόχο τις πολιτικές που προσφέρουν πρακτικές λύσεις σε βάρος της αντιμετώπισης της δομικής ανισότητας. Και μας θυμίζουν ότι κάθε μορφή πολιτικής κερδίζει ή χάνει τη νομιμοποίησή της ανάλογα με το αν αποδίδει ισότητα στους ανθρώπους που ισχυρίζεται ότι αντιπροσωπεύει. Διαφορετικά, αποτυγχάνει να αντιπροσωπεύει, και έτσι καταστρέφει τη δική της νομιμοποίηση στα μάτια του λαού. Διαδηλώνοντας, δρώντας, οι άνθρωποι φτάνουν να αντιπροσωπεύουν τους εαυτούς τους, ενσωματώνοντας και ξαναζωντανεύοντας τις αρχές της ισότητας που έχουν αποδεκατιστεί. Εγκαταλελειμμένοι από τους υπάρχοντες θεσμούς, συγκεντρώνονται στο όνομα της κοινωνικής και πολιτικής ισότητας, δίνοντας φωνή, σώμα, κίνηση, και ορατότητα στην ιδέα ενός "λαού" μονίμως διαιρεμένου και καταργημένου από την υπάρχουσα εξουσία.

Λοιπόν, προς τα που πάει το κίνημα Occupy τώρα; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, πρέπει να ρωτήσουμε πρώτα ποιος θέτει αυτό το ερώτημα; Και πρέπει να ρωτήσουμε με ποια μορφή αυτό το ερώτημα εμφανίζεται; Ένα σημείο είναι σαφές από την αρχή: δεν είναι στα καθήκοντα των διανοουμένων να θέσουν και να απαντήσουν αυτό το ερώτημα. Ένας λόγος είναι ότι οι διανοούμενοι δεν έχουν προφητικές δυνάμεις και η θεωρία δεν μπορεί να έχει το ρόλο της συνταγογράφησης σε όσους ασχολούνται κατά κύριο λόγο ως ακτιβιστές. Πράγματι, ας κάνουμε πέρα αυτή τη διάκριση, δεδομένου ότι οι ακτιβιστές είναι πολύ συχνά θεωρητικοί και οι θεωρητικοί μερικές φορές, επίσης, ασχολούνται με μορφές ακτιβισμού που δεν αφορούν κατά κύριο λόγο τη θεωρία. Το καλύτερο που μπορεί να κάνει ο καθένας από εμάς είναι να παρακολουθεί ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, πώς κινούνται οι άνθρωποι, και τι επιπτώσεις έχει αυτό. Και αυτό που βλέπουμε ακριβώς τώρα, πιστεύω, είναι ότι το κίνημα Occupy έχει αρκετά κέντρα, οι δημόσιες δράσεις του είναι επεισοδιακές, και ότι οι νέες μορφές της αποτελεσματικότητας είναι σε αυξανόμενο βαθμό εμφανείς. Με τον όρο ''αποτελεσματικότητα'' δεν εννοώ ότι αιτήματα είναι διαμορφωμένα και εκπληρωμένα, αλλά ότι οι κινητοποιήσεις είναι αυξανόμενες σε μέγεθος και εμφανίζονται σε νέες γεωπολιτικέ τοποθεσίες. Καθώς οι εκλογές στις ΗΠΑ κυριαρχούν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, είναι σαφές ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού καταλαβαίνει ότι οι ανησυχίες τους δεν εξετάζονται από την εκλογική πολιτική. Έτσι, το κίνημα Occupy συνεχίζει να σκιαγραφεί τον τρόπο που η λαϊκή βούληση θέλει ένα πολιτικό κίνημα που υπερβαίνει την εκλογική πολιτική. Στο πλαίσιο αυτό, η αξίωση ''αντιπροσώπευσης'' της εκλογικής πολιτικής είναι αυτή που οδήγησε σε μεγαλύτερη κρίση. Λίγα επιτεύγματα θα μπορούσε να είναι πιο σημαντικά από την κατάδειξη ότι η εκλογική πολιτική όπως είναι σήμερα οργανωμένη δεν αντιπροσωπεύει τη λαϊκή βούληση - και ότι η ίδια η νομιμοποίησή της τίθεται σε κρίση από αυτή την απόκλιση της δημοκρατικής βούλησης από τους εκλογικούς θεσμούς.

Ίσως το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι το κίνημα Occupy αμφισβητεί τη δομική ανισότητα, τον καπιταλισμό, και τους ειδικούς χώρους και πρακτικές που εξηγούν τη σχέση ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη δομική ανισότητα. Εάν το κίνημα Occupy έχει επιστήσει την προσοχή σε μορφές της δομικής ανισότητας που επηρεάζουν εταιρείες και κρατικούς θεσμούς, και επηρεάζουν αρνητικά τον γενικό πληθυσμό καθώς προσπαθεί να ανταποκριθεί στις βασικές ανάγκες της ζωής (στέγαση, τροφή, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, απασχόληση), τότε σίγουρα επέστησε την προσοχή στο γενικό οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην ανισότητα και την παράγει με αυξανόμενη ένταση. Μπορούμε να συζητήσουμε αν ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα, ένας ιστορικός σχηματισμός, εάν οι νεοφιλελεύθερες εκδοχές του είναι ουσιωδώς διαφορετικές από τον καπιταλισμό που επέκρινε ο Μαρξ τον 19ο αιώνα. Αυτές είναι σημαντικές συζητήσεις, και οι ακαδημαϊκοί θα πρέπει να σκεφτούν να εστιάσουν την προσοχή τους εκεί. Αλλά παραμένει το ζήτημα του ιστορικού παρόντος του καπιταλισμού, και ο Μαρξ ο ίδιος μας λέει ότι πρέπει να παίρνουμε ως σημείο εκκίνησης το ιστορικό παρόν. Ποια είναι τα συγκεκριμένα δημόσια όργανα και υπηρεσίες που βυθίζουν όλο και περισσότερους ανθρώπους σε συνθήκες επισφάλειας, οι εταιρείες των οποίων οι εκμεταλλευτικές πρακτικές έχουν αποδεκατίσει τον εργασιακό βίο, οι όμιλοι υγείας που κερδίζουν από την ασθένεια και αρνούνται να προσφέρουν επαρκείς υπηρεσίες υγείας, τα δημόσια ιδρύματα που είτε αποδεκατίζονται είτε υπάγονται σε εταιρικές λογικές και στον υπολογισμό του κέρδους; Παραδόξως, όμως επειγόντως, το κίνημα Occupy πρέπει να στοχεύσει και να εκθέσει τους χώρους της ανισότητας, βρίσκοντας τη δημόσια όψη τους, ''αρπάζοντας'' ή διακόπτοντας εκείνες τις διαδικασίες με τις οποίες η ανισότητα και η αυξανόμενη επισφάλεια αναπαράγεται.

Έτσι, δεν νομίζω ότι έχουμε μόνο να πενθήσουμε την απώλεια του πάρκου Zucotti ή άλλων δημόσιων χώρων όπου το Occupy είχε βρει κατοικία. Ίσως το έργο είναι η κατάληψη ως μια μορφή δημόσιας διαμαρτυρίας, ακόμη κι αν είναι μόνο επεισοδιακή και στοχευμένη. Παραδόξως, μπορεί κανείς να επιστήσει την προσοχή στη ριζική ανισότητα μόνο εκθέτοντας τους χώρους όπου η ανισότητα αναπαράγεται. Αυτό πρέπει να γίνει σε σχέση με τα κέντρα εταιρικής και κρατικής εξουσίας, αλλά επίσης στους χώρους "παροχής υπηρεσιών" - εταιρείες υγειονομικής περίθαλψης που δεν παρέχουν υπηρεσίες, τράπεζες που εκμεταλλεύονται όσους τοποθετούν τα χρήματά τους εκεί, πανεπιστήμια που γίνονται εργαλεία για εταιρικά κέρδη. Αυτά είναι μόνο μερικά. Αλλά αν το Occupy είναι επεισοδιακό, τότε ο στόχος του δεν είναι γνωστός εκ των προτέρων. Και αν στοχεύει την ανεργία σε ένα μέρος, την απρόσιτη στέγαση σε άλλο, και την απώλεια των δημόσιων υπηρεσιών σε ένα τρίτο, τότε συγκεντρώνει με την πάροδο του χρόνου μια αίσθηση του πώς ο καπιταλισμός βρίσκεται σε συγκεκριμένα ιδρύματα και τόπους. Όσο κι αν τοποθετούμαστε ενάντια στη δομική ανισότητα και στο "σύστημα" που κερδίζει από την αναπαραγωγή του, θα πρέπει να επικεντρωθούμε στις συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου η ανισότητα λαμβάνει χώρα. Έτσι, αν δεν μείνουμε στο ίδιο μέρος, δεν πρέπει να θρηνούμε. Αν είμαστε σε κίνηση, τότε είμαστε σε συλλογικές μορφές, παρακολουθώντας τους τόπους της αδικίας και της ανισότητας, και το ίχνος μας γίνεται ο νέος χάρτης της ριζικής αλλαγής.


*Η Judith Butler είναι αμερικανίδα φιλόσοφος και κοινωνιολόγος. Είναι καθηγήτρια στο τμήμα Ρητορικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Berkeley. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο 2o τεύχος (Μάρτιος 2012) του περιοδικού Tidal, θεωρητικό έτυπο του κινήματος Occupy Wall Street.

Μετάφραση: Δ.Κ.